Η ελλιπής συμμόρφωση ενός διαβητικού
Πρωταρχικό στοιχείο της θεραπείας στο σακχαρώδη διαβήτη είναι η επίτευξη δύο στόχων, που αφορούν τα επίπεδα σακχάρου πριν και μετά το φαγητό: όταν ο ασθενής είναι νηστικός, το σάκχαρό του πρέπει να κυμαίνεται από 80 έως 110 mg% ή πάντως να είναι κάτω από 130mg%.
Όταν έχει φάει, το σάκχαρό του πρέπει να είναι μικρότερο από 140 mg% δύο ώρες μετά το φαγητό ή πάντως κάτω από 180 mg% σε κάθε στιγμή μετά από τη λήψη της τροφής.
Όταν επιτυγχάνονται οι δύο παραπάνω στόχοι, η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (μία ουσία που συμβολίζεται HbA1c και αντικατοπτρίζει το μέσο όρο του σακχάρου το τελευταίο δίμηνο) είναι συνήθως κάτω από 6,5% (και πάντως κάτω από 7%).
Στην καθημερινή, κλινική πρακτική, τα δεδομένα όσον αφορά στην ρύθμιση του σακχάρου είναι απογοητευτικά: περίπου τα δύο τρίτα των ασθενών με διαβήτη τύπου 2 σε ΗΠΑ και Ευρώπη δεν επιτυγχάνουν τους προαναφερθέντες γλυκαιμικούς στόχους.
Η μελέτη NHANES ΙΙΙ που πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ αποκάλυψε ότι μόνο το 44,5% των ατόμων με διαβήτη τύπου 2 είχε αποδεκτό γλυκαιμικό έλεγχο, ενώ σύμφωνα με νεότερα δεδομένα (αφορούν την περίοδο 1999-2000) το ποσοστό αυτό μειώθηκε σε 35,8%.
Αντίστοιχα, στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η μελέτη CODE-2 (αξιολόγησε την επίδραση του γλυκαιμικού ελέγχου στις επιπλοκές σε 7.000 διαβητικά άτομα) αποκάλυψε ότι μόνο το 31% επέτυχε καλό γλυκαιμικό έλεγχο – δηλαδή είχε γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη κάτω από 6,5% όπως ορίζουν οι τρέχουσες ευρωπαϊκές οδηγίες.
Ειδικά για την Ελλάδα δεν υπάρχουν αντίστοιχα στοιχεία.
Η μη ικανοποιητική ρύθμιση του σακχάρου, όμως, είναι επιζήμια για την υγεία. Μία μεγάλη μελέτη που ολοκληρώθηκε πριν από λίγα χρόνια έδειξε ότι η καλή ρύθμιση παίζει καθοριστικό ρόλο στην μείωση των μικροαγγειακών επιπλοκών της νόσου (όπως η αμφιβληστροειδοπάθεια, η νεφροπάθεια και η νευροπάθεια), ενώ μαζί με τον αυστηρό έλεγχο της αρτηριακής πίεσης συμβάλλει στη μείωση των μακροαγγειακών επιπλοκών (όπως το έμφραγμα του μυοκαρδίου και τα εγκεφαλικά επεισόδια).
Η αλλαγή του τρόπου ζωής είναι πολύ σημαντική στα άτομα με διαβήτη. Η απώλεια των περιττών κιλών (5-10% αρχικού βάρους) και η διατήρηση αυτής της απώλειας, η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας (150 λεπτά αεροβική άσκηση, όπως περπάτημα, τρέξιμο, ποδήλατο , χορός κλπ , την εβδομάδα) και η διακοπή του καπνίσματος, μπορεί να συμβάλλουν στην μείωση της νοσηρότητας και θνητότητας απ ό καρδιαγγειακά νοσήματα.
Αν οι στόχοι αυτοί δεν επιτυγχάνονται, τότε το επόμενο βήμα είναι η αύξηση της δοσολογίας του φαρμάκου που έχει χορηγηθεί στον ασθενή, ή η προσθήκη και άλλου φαρμάκου.